Τα αντιπυρετικά φάρμακα που παίρνουμε για να ρίξουμε τον πυρετό αυξάνουν τα κρούσματα της γρίπης, υποστηρίζουν Καναδοί ερευνητές σε μελέτη τους δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Proceedings of the Royal Society Β.
Επειδή τα αντιπυρετικά φάρμακα να μας κάνουν να αισθανόμαστε καλύτερα και να είμαστε πιο λειτουργικοί δεν σημαίνει ότι είμαστε λιγότερο μεταδοτικοί αλλά το αντίθετο. Aυτό συμβαίνει επειδή οι υψηλότερες θερμοκρασίες σώματος βοηθούν να σκοτώσουν τους ιούς και τα βακτήρια προλαβαίνοντας την αναπαραγωγή τους.
Ερευνητές του Πανεπιστημίου ΜακΜάστερ στο Οντάριο, με επικεφαλής τον Ντέιβιντ Ερν υπολόγισαν ότι τα αντιπυρετικά φάρμακα αυξάνουν τον αριθμό των περιστατικών γρίπης μέχρι 5% κάθε χρόνο (εκ των οποίων κάποια μπορεί να είναι θανατηφόρα).
Το ποσοστό μπορεί να φαίνεται μικρό, σχολίασαν oι επιστήμονες αλλά ο αριθμός των ατόμων που προσβάλλονται από γρίπη κάθε χρόνο είναι μεγάλος. Για τον υπολογισμό του 5% χρησιμοποιήθηκαν πολύπλοκα μαθηματικά μοντέλα, και εκτιμήθηκε ότι τα αντιπυρετικά φάρμακα μπορεί να προκαλούν 1.000 περισσότερους θανάτους το χρόνο σε όλη τη Βόρεια Αμερική.
Αμυντικός μηχανισμός ο πυρετός
“Όταν οι άνθρωποι αρρωσταίνουν από γρίπη, συνήθως παίρνουν αντιπυρετικά φάρμακα, γιατί κανένας δεν θέλει να νιώθει άσχημα. Όμως αποδεικνύεται πως αυτό που μας βολεύει, τελικά μπορεί να αποβεί σε βάρος των άλλων που θα νοσήσουν”, εξηγεί ο Ερν. “Οταν όμως κάποιος παίρνει φάρμακα κατά του πυρετού, τελικά αυξάνει την ποσότητα του ιού στον οργανισμό του και αυτό διευκολύνει τη μετάδοσή του», προσθέτει ο ειδικός.
Αυτό συμβαίνει, επειδή η μείωση της θερμοκρασίας του σώματος μετά την πτώση του πυρετού, διευκολύνει την ταχύτερη αναπαραγωγή του ιού (αρκετοί ιοί δεν μπορούν να πολλαπλασιαστούν πάνω από τη φυσιολογική θερμοκρασία των 37 βαθμών Κελσίου).
“Όπως πάντα, η μητέρα φύση ξέρει καλύτερα. Ο πυρετός είναι ένας αμυντικός μηχανισμός που προστατεύει εμάς και τους άλλους. Τα αντιπυρετικά φάρμακα πρέπει να λαμβάνονται μόνο για την ανακούφιση των ασθενών και όχι για να τους δίνουν τη δικαιολογία να κυκλοφορούν έξω από το σπίτι, όταν θα έπρεπε να μένουν σε αυτό (για να μην κολλήσουν άλλους)”, σχολιάζει ο δρ Ντέιβιντ Πράις, καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου ΜακΜάστερ.
Άλλοι επιστήμονες, πάντως, εμφανίζονται επιφυλακτικοί στο να αποδεχθούν τα συμπεράσματα της έρευνας και τονίζουν ότι η καναδική μελέτη βασίζεται σε διάφορες υποθέσεις που δεν έχουν ακόμα αποδειχτεί πραγματικά. Οι Kαναδοί επιστήμονες ανταπαντούν ότι, οι εκτιμήσεις τους είναι συντηρητικές, ακριβώς γιατί έλαβαν υπόψη τους τις διάφορες αβεβαιότητες.
healthyliving.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου